Πότε ένα παιδί χρειάζεται λογοθεραπεία;

Πότε ένα παιδί χρειάζεται λογοθεραπεία;

Ποια είναι τα ανησυχητικά σημάδια στον λόγο του παιδιού μας, ώστε η παρέμβαση του ειδικού να είναι αναγκαία;

Ποιος είναι ο λογοθεραπευτής;
Ο Λογοθεραπευτής, ή αλλιώς Λογοπεδικός, οι όροι είναι ταυτόσημοι, είναι ο επιστήμονας που φέρει την ευθύνη της πρόληψης, της αξιολόγησης και της θεραπείας της ομιλίας, του προφορικού και του γραπτού λόγου, της φωνής και της κατάποσης.

Πότε πρέπει οι γονείς να απευθυνθούν σε Λογοθεραπευτή;
• Υπάρχει σοβαρή καθυστέρηση στην έναρξη της ομιλίας. Εκεί δηλαδή που το παιδί έχει περάσει τους 18 μήνες και δεν έχει αρχίσει να λέει τις πρώτες του λέξεις
• Αν που έχει ξεκινήσει αλλά παραμένει σε ένα στάδιο για πολύ καιρό
• Αν έχουν περάσει τα 4 χρόνια και οι προτάσεις του θυμίζουν ακόμα τηλεγράφημα και το λεξιλόγιό του είναι φτωχό.
• Αν η κατανόηση του είναι περιορισμένη
• Ή ενώ μίλησε κανονικά και κάνει προτάσεις είναι 4 χρονών και η άρθρωσή του δεν είναι καλή και η ομιλία του παραμένει δυσκατάληπτη, κάνει συνεχώς αντικαταστάσεις, λείπουν πολλοί φθόγγοι και το παιδί το καταλαβαίνουν μόνο οι γονείς.
• Αν είναι 6 χρονών και η άρθρωσή του παρουσιάζει ακόμα διαταραχές
• Αν δεν εκφράζεται εντελώς σωστά
• εάν η φωνή του είναι βραχνή ή ένρινη
• εάν του πονάνε συχνά τα αυτιά
• ένας τραυλισμός που επιμένει και που δυσκολεύει την επικοινωνία του παιδιού θα πρέπει να κάνει τους γονείς να ζητήσουν τη βοήθεια ενός ειδικού ανεξάρτητα από την ηλικία του.

Ποια είναι η καλύτερη ηλικία για να απευθυνθεί ο γονιός;
Η καλύτερη ηλικία παρέμβασης είναι μεταξύ 3 και 5 χρονών, όταν ο λόγος βρίσκεται στο βασικότερο και κρισιμότερο στάδιό του. Αυτή η ηλικία είναι ευνοϊκή για την αξιολόγηση και οριακή για την έγκαιρη παρέμβαση. Αυτό δεν σημαίνει ότι ένας γονιός που έχει ανησυχήσει πιο πριν ή που βλέπει τις δυσκολίες παιδιού του δεν μπορεί να απευθυνθεί νωρίτερα.

Γιατί η παρέμβαση πρέπει να είναι έγκαιρη;
Το σημαντικότερο είναι να απευθυνθεί έγκαιρα πριν την ένταξή του παιδιού στο σχολείο. Ένα παιδί όταν ξεκινάει το σχολείο θα πρέπει να έχει ολοκληρώσει την ανάπτυξη του προφορικού του λόγου. Αυτό εξαιτίας της αλληλεξάρτησης του γραπτού με τον προφορικό λόγο. Εάν υπάρχουν δυσκολίες στον προφορικό λόγο, υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες να μεταφερθούν αυτές οι δυσκολίες και στο γραπτό. Αν για παράδειγμα το παιδί συγχέει όταν μιλάει το /Σ/ με το /Θ/ ή το /Δ/ με το /Β/ και αυτό συμβαίνει γιατί δεν μπορεί να αντιληφθεί την διαφορά των 2 φθόγγων θα τα μπερδεύει και στο γραπτό λόγο.

Αν έχει δυσκολία στην έκφραση δυσκολεύεται να μεταφέρει αποτελεσματικά πληροφορίες, να επιλέξει τις λέξεις που χρειάζονται, να τις βάλει στη σωστή σειρά έτσι ώστε να δώσει στο συνομιλητή του να καταλάβει τι θέλει να πει, πιθανότατα θα έχει δυσκολίες και στη γραπτή έκφραση – στο «Σκέφτομαι και γράφω» ή στα διαγωνίσματα. Όταν οι δυσκολίες συνδέονται και με την κατανόηση, το παιδί δηλαδή δεν μπορεί να αναλύσει μια μεγάλη πρόταση στα μέρη της για να την κατανοήσει ή πολλές έννοιες χώρου ή χρόνου δεν τις κατανοεί τότε θα έχει δυσκολία να καταλάβει αυτό που διαβάζει.
Το παιδί στο σχολείο πρέπει να είναι λεκτικά εύστοχο, να ακριβολογεί, να έχει ευχέρεια λόγου για να μπορεί να αντεπεξέλθει στις συνεχώς αυξανόμενες απαιτήσεις του σχολείου.

Τελειώνοντας η έγκαιρη και σωστή διάγνωση τυχόν διαταραχών στο λόγο και την ομιλία, η επιλογή του σωστού θεραπευτικού προγράμματος και η σύγχρονη δουλειά με την οικογένεια διευκολύνουν την ομαλή ένταξη ενός παιδιού με δυσκολίες στο σχολικό πλαίσιο.